Έξω από την λογοτεχνία. Το συνειδητοποίησε μια μέρα καθώς τριγύριζε στις αίθουσες του Βρετανικού Μουσείου και βρέθηκε μπροστά σε έναν πάπυρο που είχε χαραγμένο ένα απόσπασμα της Σαπφώς. Είναι αυτός που πίστευε ότι η ποίηση είναι μία «συνουσία επ’ άπειρον». Μία πολυσχιδής προσωπικότητα .
Και φυσικά αναφερόμαστε σε έναν από τους σημαντικότερους Ποιητές της νεότερης Ελληνικής ποίησης. Τον Οδυσσέα Ελύτη.
Είναι το λογοτεχνικό ψευδόνημο του Οδυσσέα Αλεπουδέλη. Ο Οδυσσέας Ελύτης γεννήθηκε στις 2 Νοεμβρίου του 1911 στο Ηράκλειο της Κρήτης.Ήταν το έκτο και τελευταίο παιδί του Παναγιώτη Αλεπουδέλη και της Μαρίας Βρανά. Η καταγωγή του πατέρα του ήταν από το χωριό Καλιαμάρης της Μυτιλήνης .Το 1895 εγκαταστάθηκε στο Ηράκλειο και μαζί με τον αδερφότου ίδρυσε ένα εργοστάσιο πυρηνελουργίας και σαπωνοποιίας. Παλαιότερα το όνομα της οικογένειας Αλεπoυδέλη ήταν Λεμονός και αργότερα έγινε Αλεπός.Το 1914 η οικογένεια εγκαταστάθηκε στην Αθήνα.Το 1928 μετά από πιέσεις των γονιών του ξεκίνησε να σπουδάσει χημικός.
Το 1930 παραιτήθηκε από τη χημεία και γράφτηκε στη Νομική Σχολή της Αθήνας. Η δημοσίευση των πρώτων του ποιημάτων έγινε από το περιοδικό «Νέα Γράμματα» το 1935.Αξίζει να αναφέρουμε ότι συνεργάτες του περιοδικού ήταν και ο Σεφέρης,ο Θεοτοκάς, ο Σικελιανός , ο Κοσμάς Πολίτης ,κ.α..Στο περιοδικό αυτό καθιερώθηκε με το ψευδόνημο «Ελύτης».
Το 1936 δημιουργείται μια βαθειά φιλία με τον Νίκο Γκάτσο. Στην παρέα τους έρχεται ο Χατζηκυριάκος Γκίκας, ο Μόραλης Και ο ποιητής Νίκος Καρύδης, ο οποίος έχοντας τον εκδοτικό Οίκο «ΙΚΑΡΟΣ» εκδίδει τα περισσότερα από βιβλία του. Στο τέλος του έτους κατατάσεται στο στρατό.Το 1937 βρίσκεται στη Σχολή Εφεδρων Αξιωματικών της Κέρκυρας.
Το 1938 απολύεται από το στρατό.Με το Νίκο Γκάτσο καθιερώνουν ως στέκι το πατάρι του «Λουμίδη» στην οδό Σταδίου και το καφενείο «Ηραίον» στη γωνία Πατησίων και Αγίου Μελετίου.Το 1939 εκδίδονται οι «Προσανατολισμοί»
Από τον «Πυρσό».Το 1940 βρίσκεται στην πρώτη Γραμμή του πυρός στον πόλεμο με τη Ιταλία. Επιστρατεύεται ως ανθυπολοχαγός στο 24ο Σύνταγμα Πεζικού.Το 1941 μεταφέρεται στο νοσοκομείο των Ιωαννίνων με κοιλιακό τύφο
Σχεδόν ετοιμοθάνατος. Διασώζεται από θαύμα .Από το 1942 έως το 1945 δημοσιεύει δοκίμια κυκλοφορεί ο« ήλιος ο Πρώτος». Με εισήγηση του Σεφέρη διορίζεται διευθυντής προγράμματος της νεοσύστατης ραδιοφωνίας.
Το 1946 παραιτήται από το ΕΙΡ. Είχε σημαντική συνεργασία στην εφημερίδα «Καθημερινή» ως τεχνοκριτικός μέχρι το 1948.Τα τέσσερα επόμενα χρόνια μέχρι το 1952 ζει στο Παρίσι όπου γνωρίζει τους κυριότερους εκεί πνευματικούς ανθρώπους.Γνωρίζει τους Αρμπέρ Καμύ ,Αντρέ μπρετόν, Πολ Ελυάρ, Αλμπέρτο Τζιακομέτι ,και συνδέεται με στενή φιλία με τον Τεριάντ. Επίσης γνωρίζει τους Πικάσο , Ματίς Σαγκάλ Σαρ και άλλους. Μετέφρασε ξένα θεατρικά έργα. Ήταν μέλος της Διεθνούς Ενωσης Κριτικών Τέχνης και άλλων πολιτιστικών σωματείων.
Το 1960 πεθαίνουν η μητέρα του και ο αδερφός του Κωνσταντίνος .Την ίδια χρονιά τιμήθηκε με το πρώτο Κρατικό Βραβείο Ποίησης για το «Άξιον Εστί», ένα εκπληκτικό έργο της ωριμότητάς του και της ζωής του. Το 1972 αρνείται να δεχθεί βραβείο που έχει θεσπίσει το διδακτορικό καθεστώς.
Το Δεκέμβριο του 1979 έρχεται και η διεθνώς αναγνώριση του ποιητή με το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας.
Το 1987 ανακυρήσεται σε επίτιμο Διδάκτορα του Πανεπιστημίου της Ρώμης και του Πανεπιστημίου Αθηνών , ενώ το 1989 τιμήθηκε με το γαλλικό παράσημο του Ανώτατου Ταξιάρχη της Λεγεώνας της Τιμής.
Στις 18 Μαρτίου του 1996 αφήνει την τελευταία του πνοή στο σπίτι της οδού Σκουφά στην Αθήνα στις δύο το μεσημέρι. Κλείνει ο κύκλος της ζωής του χωρίς να προλάβει να δει την παρουσίαση μιας επανέκδοσης του βιβλίου του για τη Σαπφώ και τα τελευταία του γραπτά.
Βαθειά επηρεασμένος από το Σουρεαλισμό, ο Οδυσσέας Ελύτης
Προσπάθησε να απαλλάξει την Ελληνική στιχουργική από το Δυτικόστερεότυπο του κλασσικισμού σε λυρικές στροφές , για τις οποίες αποκαλέστηκε ο «Ποιητής του Αιγαίου».
Η γραφή του διυσδιτική ,στοχαστική ,ανυπέρβλητη. Πίστευε ότι η ποίηση αρχίζει από κει που την τελευταία λέξη δεν την έχει ο Θάνατος. Δεν υιοθέτησε την έπαρση ακόμη και όταν τιμήθηκε με το Βραβείο Νόμπελ.Κάποια από τα λόγια του το 1996 ήταν τα εξής: «Η ποίηση δεν Τράπεζα.Είναι η αντίληψη που ίσα ίσα αντιτίθεται στην Τράπεζα.Εάν γίνεται γραπτό κείμενο , μεταδοτό στους άλλους , τόσο το καλύτερο. Εάν όχι , δεν πειράζει. Εκείνο που πρέπει να γίνεται και να γίνεται αδιάκοπα , ατέρμονα , χωρίς την παραμικρή διάλειψη είναι η αντιδουλικότητα, η αδιαλλαξία, η ανεξαρτησία. Η ποίηση είναι το άλλο πρόσωπο της Υπερηφάνειας».
Το ιδανικό του ανέκαθεν ήταν η διαφάνεια και στην ποίηση και στη ζωή του. Η καθαρότητα του ψυχισμού του ήταν αυτή που καθιέρωσε τα ποιήματα του από τα πιο κορυφαία στην νεότερη ελληνική ποίηση .Πίστευε ότι «η ποίηση είναι η συνουσία επ‘άπειρον». «Συνουσιαζόμουν με την έμπνευση για να διαρκέσω επ‘άπειρον». Λόγια που μόνο ένας άνθρωπος της αγάπης για τον άνθρωπο,για τα συναισθήματα για τα λουλούδια ,για την πέτρα για το σίδερο , για τα πουλιά , τη θάλασσα, θα μπορούσε να εκφράσει.Η υπολογιστική σημασία που δίνει ακόμη και στα άψυχα είναι μεγάλη.
Εμβαθύνει και συνθέτει την ψυχή του με συνομότη τη ζωή και τα όνειρά .Η γραφή του έχει κίνηση .Έχει υπόσταση , έχει προβολή .Είναι η βαθύτερη ανάγκη του να αποθανατίσει τις σκέψεις του ,να απεγκλωβίσει τα συναισθήματα του και να αισθανθεί ελέυθερος.Ένα από τα πιο εκπληκτικά που έχει πει είναι ότι «πρέπει να ξέρεις να αρπάξεις τη θάλασσα από τη μυρουδιά για να σου δώσει το καράβι ,και το καράβι να σου δώσει τη Γοργόνα και η Γοργόνα τον Μεγαλέξανδρο , και όλα τα πάθη του Ελληνισμού.»
Και είναι αυτός που είπε ότι «Με τις ξόβεργες μπορείς να πιάσεις τα πουλιά. Δεν μπορείς να πιάσεις όμως το κελαηδητό τους .» «Είμαστε όλοι δεσμιοι μιας ευτυχίας που από δικό μας λάθος αποστερούμαστε .Να, από πού ξεπηδά
Η προαιώνια λύπη της αγάπης .»Υποστηρικτής θερμός της αγάπης , του έρωτα ,και της γυναίκας.
«Πριν απ‘τα μάτια μου ήσουν φως Πριν από τον Ερωτα έρωτας. Κι όταν σε πήρε το φιλί Γυναίκα.» Απόσπασμα από τους «Προσανατολισμούς»«Στενός ο δρόμος – τον πλατύ δε γνώρισα ποτέ Ανίσως κι ήταν μια φορά μονάχα Τότες που σε φιλούσα και άκουα θάλασσα…» Απόσπασμα από τη «Μαρία Νεφέλη».em>>
«Θεέ μου συ με θέλησες και να,
στο ανταποδίδω
Τη συγνώμη δεν έδωσα
Την ικεσία δεν έστερξα
Την ερημιά την άντεξα σαν το χαλίκι .
Τι, τι, τι άλλο μου μέλεται;
Τα κοπάδια των άστρων οδηγώ στην αγκάλη σου
Κι η αυγή , πριν προλάβω
Στα δίχτυα της τά‘χει μακριά παρασύρει
Που συ τη θέλησες!
Λόφους με κάστρα και πελάγη με καρποφόρα
Στεριώνω στον άνεμο
Κι η καμπάνα τα πίνει ,αργά ,του δειλινού
Που συ τη θέλησες!
Υψώνω χόρτα σαν να φωνάζω μ‘’όλα τα φρένα μου
Και να τα πάλι που καταπέφτουν
Από το κάμα του Ιουλίου
Που συ το θέλησες!
Τι λοιπόν , τι άλλο , τι νέο μου μέλλεται;
Ιδού που εσύ μιλείς κι εγώ αληθεύω.
Σφεντονάω την πέτρα και βρίσκει επάνω μου.
Ορυχεία βαθαίνω και τους ουρανούς εργάζομαι.
Τα πουλιά κυνηγώ και στο βάρος τους χάνομαι .
Θεέ μου συ με θέλησες και να , στο ανταποδίδω.
Τα στοιχεία που είσαι
Ημέρες και νύχτες
Ήλιοι κι αστέρες , θύελλες και γαλήνη
Ανατρέπω στην τάξη κι εναντίον τα βάζω
Του δικού μου θανάτου
Που συ τον θέλησες!»
Απόσπασμα από το «Άξιον Εστί».
«Έτσι μιλώ για σένα και για μένα
Επειδή σ‘αγαπώ και στην αγάπη ξέρω
Να μπαίνω σαν Πανσέληνος
Από παντού, για το μικρό το πόδι σου μες στ‘αχανή σεντόνια
Να μαδάω γιασεμιά-κι έχω τη δύναμη
Αποκοιμισμένη,να φυσώ να σε πηγαίνω
Μες‘από φεγγερά περάσματα και κρυφές της θάλασσας στοές
Υπνωτισμένα δέντρα με αράχνες που ασημίζουνε
Ακουστά σ‘έχουν τα κύματα
Πως χαιδεύεις, πως φιλάς
Πως λες ψιθιριστά το «τι» και το «ε»
Τριγύρω στο λαιμό στον όρμο
Πάντα εμείς το φως κι η σκιά
Πάντα εσύ τα‘αστεράκι και παντα εγώ το σκοτεινό πλεούμενο
Πάντα εσύ το λιμάνι κι εγώ φανάρι το δεξιά
Το βρεμένο μουράγιο και η λάμψη επάνω στα κουπιά
Ψηλά στο σπίτι με τις κληματίδες
Τα δετά τριαντάφυλλα , το νερό που κρυώνει
Πάντα εσύ το πέτρινο άγαλμα και πάντα εγώ η σκιά που μεγαλώνει.Το γερτό παντζούρι εσύ, ο αέρας που το ανοίγει εγώ
Επειδή σ‘αγαπώ και σ‘αγαπώ
Πάντα εσύ το νόμισμα κι εγώ η λατρεία που το εξαργυρώνει
Τόσο η νύχτα, τόσο η βοή τον άνεμο
Τόσο η στάλα στον αέρα, τόσο η σιγαλιά
Τριγύρω η θάλασσα η δεσποτική
Καμάρα τα‘ουρανού με τα‘άστρα
Τόσο η ελάχιστή σου αναπνοή
Που πια δεν έχω τίποτε άλλο
Μες στους τέσσερις τοίχους,το ταβάνι, το πάτωμα
Να φωνάζω από σένα και να με χτυπά η φωνήμου
Να μυρίζω από σένα και ν‘αγριεύουν οι άνθρωποι
Επειδή τα‘αδοκίμαστο και το απ‘αλλού φερμένο
Δεν τα‘αντέχουν οι άνθρωποι κι είναι νωρίς, μ‘ακούς
Είναι νωρίς ακόμη μες τον κόσμο αυτόν αγάπη μου
Να μιλώ για σένα και για μένα.»
Αποσπασμα από το « Μονόγραμμα».
Βιβλία του ποιητή:
Προσανατολισμοί
εκδ. Πυρσός, Αθήνα 1940
Ήλιος ο Πρώτος
εκδ. Γλάρος,Αθήνα 1943
Ασμα ηρωικό και πένθιμο για τον χαμένο ανθυπολοχαγότης Αλβανίας:
α‘ δημοσίευση σε πρώτη μορφή, περιοδικό «Τετράδιο»,
Αθήνα 1945 α‘ έκδοση σε βιβλίο,εκδ. Ικαρος, Αθήνα 1962
Το Αξιον Εστί
εκδ. Ικαρος, Αθήνα 1959
Εξι και μία τύψεις για τον ουρανό
εκδ. Ικαρος, Αθήνα 1960
Το φωτόδεντρο και η Δέκατη Ομορφιά
εκδ. Ικαρος , Αθήνα1971
Ο Ηλιος ο Ηλιάτορας
εκδ. Ικαρος , Αθήνα 1971
Το μονόγραμμα
εκδ. Ικαρος ,Αθήνα 1972
Τα ρω του Ερωτα
εκδ. Αστερίας, Αθήνα 1972
Τα ετεροθαλή
εκδ. Ικαρος, Αθήνα 1974
Μαρία Νεφέλη
εκδ. Ικαρος , Αθήνα 1978
Τρία ποιήματα με σημαία ευκαιρίας
εκδ. Ικαρος ,Αθήνα 1982
Ημερολόγιο ενός αθέατου Απριλίου
εκδ.Υψιλον, Αθήνα 1984
Ο μικρός Ναυτίλος
εκδ. Ικαρος, Αθήνα 1985
Τα ελεγεία της Οξώπορτας
Ικαρος ,Αθήνα1991
Δυτικά της λύπης
Ικαρος ,Αθήνα 1995
Εκ του πλησίον
εκδ. Ικαρος, Αθήνα 1998 (μεταθανάτια έκδοση)
« Να τι είναι αυτό που περιμένω κάθε χρόνο , με μια ρυτίδα περισσότερο στο μέτωπο, μια ρυτίδα λιγότερο στην ψυχή :την πλήρη αντιστροφή την απόλυτη διαφάνεια…»
Νιώθουμε πραγματικά υπερήφανοι έχοντας τέτοια ποιητική κληρονομιά, έχοντας στην ποιητική πορεία της ιστορίας μας ποιητές όπως ο μοναδικός Οδυσσέας Ελύτης.Το ποιητικό έργο του είναι διαχρονικό διυσδιτικό και κατατάσουμε στην κορυφή της κλίμακας της ποιητικής μας ιστοριογραφίας.
Εκ του πλησίον
εκδ. Ικαρος, Αθήνα 1998 (μεταθανάτια έκδοση)
« Να τι είναι αυτό που περιμένω κάθε χρόνο , με μια ρυτίδα περισσότερο στο μέτωπο, μια ρυτίδα λιγότερο στην ψυχή :την πλήρη αντιστροφή την απόλυτη διαφάνεια…»
Νιώθουμε πραγματικά υπερήφανοι έχοντας τέτοια ποιητική κληρονομιά, έχοντας στην ποιητική πορεία της ιστορίας μας ποιητές όπως ο μοναδικός Οδυσσέας Ελύτης.Το ποιητικό έργο του είναι διαχρονικό διυσδιτικό και κατατάσουμε στην κορυφή της κλίμακας της ποιητικής μας ιστοριογραφίας.
* δημοσιεύθηκε στο περιοδικό "Παράδοση" Μάρτιος 2008
**το περιοδικό "ΥΦΟΣ" διοργανώνει ποιητική βραδιά "Οδυσσέας Ελύτης, Ο ποιητής του Αιγαίου " με ομιλήτρια την Αννα Μοσχονίδου που θα μιλήσει για το έργο του, στο Θέατρο "Atelier Πάρνηθος" στην Κυψέλη (η ημερομηνία θα ανακοινωθεί τις επόμενες ημέρες).
*** Αλλά παράλληλα έχουμε την Τετάρτη 3 Δεκεμβρίου 2008, την παρουσίαση της ποιητικής συλλογής "Ενας άγγελος να 'μουν" της Αννας Μοσχονίδου στον ίδιο χώρο, στο πανέμορφο άτμοσφαιρικό θεατράκι που έφτιαξε με αγάπη η καλή μας φίλη γιατρός και άνθρωπος του Θεάτρου Ντίνα Ρίτσου και που θα μας φιλοξενεί κάθε βδομάδα με μια ποιητική βραδιά για τους φίλους της ποίησης. Θέατρο "Atelier Πάρνηθος" στην Κυψέλη Πάρνηθος 29.*******************************************************************************
Απόσπασμα απο την Ομιλία του Οδυσσέα Ελύτη στην Στοκχόλμη 8 Δεκεμβρίου 1979
Μου δόθηκε, αγαπητοί μου φίλοι, να γράφω σε μια γλώσσα που μιλιέται μόνο από μερικά εκατομμύρια ανθρώπων.
Παρ’ όλα αυτά, μια γλώσσα που μιλιέται επί δυόμισι χιλιάδες χρόνια χωρίς διακοπή και μ’ ελάχιστες διαφορές. Η παράλογη αυτή, φαινομενικά, διάσταση, αντιστοιχεί και στην υλικό-πνευματική οντότητα της χώρας μου.
Που είναι μικρή σε έκταση χώρου και απέραντη σε έκταση χρόνου… Εάν η γλώσσα αποτελούσε απλώς ένα μέσον επικοινωνίας, πρόβλημα δεν θα υπήρχε. Συμβαίνει όμως να αποτελεί και εργαλείο μαγείας και φορέα ηθικών αξιών. Προσκτάται η γλώσσα στο μάκρος των αιώνων ένα ορισμένο ήθος. Και το ήθος αυτό γεννά υποχρεώσεις.
Χωρίς να λησμονεί κανείς ότι το μάκρος 25 αιώνων δεν υπήρξε ούτε ένας, επαναλαμβάνω ούτε ένας, που να μην γράφτηκε ποίηση στην Ελληνική γλώσσα. Να το μεγάλο βάρος παράδοσης που το όργανο αυτό σηκώνει. Το παρουσιάζει ανάγλυφα η νέα Ελληνική ποίηση».Τέλος ο Ελύτης αναφερόμενος στο Διονύσιο Σολωμό και τον Κ. Π . Καβάφη, τους δυο πόλους της Ελληνικής ποίησης, που ακολούθησαν οι μεγάλοι μας ποιητές Κάλβος, Παλαμάς, Σικελιανός, Σεφέρης, είπε:
« το πρόβλημα για μας που ακολουθήσαμε, ήτανε να επωμισθούμε τα υψηλά διδ άγματα που μας κληροδότησαν και, ο καθένας με τον τρόπο του, να τα’ αρμόσουμε πάνω στη σύγχρονη ευαισθησία. Πέραν από τα όρια της τεχνικής, οφείλαμε να φτάσουμε σε μια σύνθεση που από το ένα μέρος ν’ αναχωνεύει τα στοιχεία της Ελληνικής παράδοσης και από το άλλο να εκφράζει τα κοινωνικά και ψυχολογικά αιτήματα της εποχής μας. Με άλλα λόγια να φτάσουμε να προβάλλουμε τον τύπο του «Ευρωπαίου – Έλληνα».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου