"H ΠΟΙΗΣΗ ΩΣ ΠΡΑΞΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ"
του ΚΩΣΤΑ ΒΑΛΕΤΑ*
Πανεπιστημιακός δάσκαλος με εξαίρετη πνευματική δράση ο Φίλιππος Νικολόπουλος εμφανίζεται στη λογοτεχνική αρένα όχι με τη συχνότητα που ο ίδιος θα ήθελε, αλλά είναι σίγουρο ότι δεν πρόκειται ούτε για λογοτέχνη της Κυριακής ούτε για περιστασιακό εργάτη του πνεύματος.
Η βιοπάλη , ο αγώνας επιβίωσης και ιδίως η επιστημονική – ακαδημαϊκή του εργασία συνέβαλαν ώστε να μη δημοσιεύσει τα τελευταία χρόνια όση λογοτεχνική δουλειά θα επιθυμούσε.
Η μεγάλη ποίηση είναι καρπός συνήθως της πρώτης νιότης. Ο Σολωμός, ο Μπάυρον, ο Πούσκιν, ο Σέλλεϋ. Αντίθετα, για την πεζογραφία χρειάζεται ωριμότητα, κάποια ηλικία. Με ελάχιστες εξαιρέσεις (Έντγκαρ Άλλαν Πόε, Πούσκιν).
Ο Φίλιππος Νικολόπουλος είναι από παιδί μέσα στα γράμματα αλλά οι πολλαπλές δραστηριότητές του (επιστήμη – πολιτική) τον εμπόδισαν ώστε να είναι τόσο αφοσιωμένος στην πρώτη του αυτή αγάπη, τα γράμματα, όσο θα ήθελε.
Το "Σταυροδρόμι της Θλίψης" αποτελεί όμως σταθμό στη βιογραφία του. Προϊδεάζει για μια πιο συχνή, σταθερότερη και βαθύτερη ενασχόληση με τα γράμματα. Γιατί αυτός ο μελαγχολικός τίτλος "Σταυροδρόμι της Θλίψης"; Γιατί κάποιοι στίχοι του Φίλιππου Νικολόπουλου διαποτίζονται με ισχυρή δόση μελαγχολίας; Θα ήθελα στο σημείο αυτό να τονίσω ότι όπως έγραψε ο μεγάλος αριστερός στοχαστής Γκράμσι, υπάρχει μια απαισιοδοξία προερχόμενη από τα πράγματα, από την γύρω σου πραγματικότητα. Αυτή η απαισιοδοξία μπορεί να ενυπάρχει στους στίχους αυτή της συλλογής. Είναι μια απαισιοδοξία δικαιολογημένη.
Ο αναγνώστης θα παρακολουθήσει στα τρία τυπογραφικά αυτής της συλλογής τη σκέψη του δημιουργού. Δεν είναι ένας νέος εκκολαπτόμενος ποιητής και το έργο του δεν είναι πρωτόλειο, δηλαδή ένα ανώριμο έργο κάποιου που αναζητάει το δρόμο του. Πρόκειται για δουλειά ώριμη, μεστή στοχασμού και παρατηρήσεων σχετικά με τη ζωή, την ανθρώπινη ύπαρξη, την πορεία μας μέσα στο χρόνο. Η ποιητική αυτή συλλογή είναι σε τελευταία ανάλυση μια πράξη αντίστασης στους δύσκολους καιρούς που ειδικότερα περνάει η χώρα μας αλλά και ολόκληρη η ανθρωπότητα.
Κώστας Βαλέτας
Επίτιμος Πρόεδρος Κριτικών Λογοτεχνίας
(Διεθνούς Ένωσης Συνδεόμενης με την Ουνέσκο)
ΠΟΙΗΣΗ............
Ένα όραμα βαριά τραυματισμένο
Που τρεκλίζει και παραπατά
Πάνω σε μια δοκό ενός καταδικασμένου μέλλοντος.
Ποιες ισορροπίες μπορεί να επικαλεσθεί;
Ποιο μυστικό αστέρι μπορεί να γιάνει τις ανοικτές πληγές του;
Για ποιες ανηφοριές μπορεί και πάλι να καλέσει;
Ένα όραμα πυροβολημένο ΄δω κι εκεί
Παρασυρμένο από απρόβλεπτους θυελλώδεις ανέμους
Με μάτια σκουριασμένα που ΄χουν παραιτηθεί
Απ’ τις δυνατότητες των ευτυχισμένων οπτασιών.
Ένα όραμα σέρνεται σταυρωμένο
Και φορτωμένο από αμέτρητες απορίες βαριές σα βουνά από σιδερικά.
Ένα όραμα που συμπυκνώνει μια οδυνηρή καταβύθιση, μια αιμορραγούσα ήττα
Κι ένα χέρι που επιμένει να πιαστεί
Απ’ την κουπαστή μιας αβύθιστης βάρκας
Και να υψώσει το φλάμπουρο ενός εναπομείναντος ΟΥΡΑΝΟΥ.
Ένα όραμα που συμπυκνώνει μια οδυνηρή καταβύθιση, μια αιμορραγούσα ήττα
Κι ένα χέρι που επιμένει να πιαστεί
Απ’ την κουπαστή μιας αβύθιστης βάρκας
Και να υψώσει το φλάμπουρο ενός εναπομείναντος ΟΥΡΑΝΟΥ.
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ
Ο Φίλιππος Νικολόπουλος είναι Παν/κός στον τομέα της Κοινωνιολογίας ( Καθηγητής τώρα στο UINDY ATHENS (Kολλέγιο Ινδιανάπολης Αθηνών) και πρώην Επίκουρος Καθηγητής στο Παν/μιο της Κρήτης) και έχει διατελέσει επισκέπτης ερευνητής στα Παν/μια Harvard , Yale , Oxford και London School of Economics. ¨Εχει διατελέσει επίσης επισκέπτης καθηγητής στη Σχολή Κοινωνιολογίας του Παν/μίουLomonosov της Μόσχας Έχει γράψει παν/κά συγγράματα και μελέτες στον τομέα της Πολιτικής Κοινωνιολογίας, της Κοινωνιολογικής Θεωρίας, της Κοινωνικής Οικολογίας και της Κοινωνιολογίας της Λογοτεχνίας..
Με τη Λογοτεχνία( ποίηση , δοκίμιο, λογοτεχνικές μελέτες , κριτική βιβλίου κ.α) άρχισε ν’ασχολείται ήδη απ’τα γυμνασιακά του χρόνια και είναι μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών. Ακόμη αρθρογραφεί συστηματικά σε περιοδικά και εφημερίδες. Ως γνωστόν ασχολείται και με την πολιτική , ενώ παράλληλα αποτελεί ενεργό μέλος του οικολογικού και φυσιολατρικού κινήματος.. Είναι επίσης λάτρης της ορεινής πεζοπορίας και της ορεινής περιπέτειας , απ’ τις οποίες αντλεί έμπνευση ως συγγραφέας
Με τη Λογοτεχνία( ποίηση , δοκίμιο, λογοτεχνικές μελέτες , κριτική βιβλίου κ.α) άρχισε ν’ασχολείται ήδη απ’τα γυμνασιακά του χρόνια και είναι μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών. Ακόμη αρθρογραφεί συστηματικά σε περιοδικά και εφημερίδες. Ως γνωστόν ασχολείται και με την πολιτική , ενώ παράλληλα αποτελεί ενεργό μέλος του οικολογικού και φυσιολατρικού κινήματος.. Είναι επίσης λάτρης της ορεινής πεζοπορίας και της ορεινής περιπέτειας , απ’ τις οποίες αντλεί έμπνευση ως συγγραφέας
Άλλες ποιητικές συλλογές του ίδιου¨.
* Λόγοι κι Αντίλογοι, Αθήνα ,1970
* Και η Ζωή; και η Αγάπη ;Αθήνα , Ιωλκός , 1976.
* Ομολογίες , Αθήνα , 1982
* Ανάβαση , Αθήνα, 1989.
* Σπονδές στους Ανέμους , Αθήνα.1992
* Το σταυροδρόμι της Θλίψης εκδ.//περιοδικό ΥΦΟΣ 2010
* * *
"Ο Αρθούρος και πάλι μας εγκαλεί απ’ την «Κόλασή»
του Φίλιππου Νικολόπουλου
Στον καιρό που το ρομαντικό κίνημα στην Ευρώπη ήταν σε άνθηση υπήρχαν συγγραφείς, που, ανήκοντας σ’ αυτό, διακήρυσσαν, και μάλιστα σε υψηλούς τόνους, ότι το «συγγράφειν» πρέπει να έρχεται σε δεύτερη μοίρα σε σχέση με τη δράση, με την παρουσία και την «εκφρασμένη ενέργεια» μέσα στο ίδιο το πεδίο της ζωής. Πίστευαν μάλιστα ότι το «γράψιμο» μπορούσε να θεωρηθεί ως ένα είδος «εκφυλισμένης» πνευματικής κατάστασης, που μάλλον χαρακτήριζε ανθρώπους αδύναμους κι ανίκανους για «μεγάλες συναντήσεις» μέσα στην ίδια τη ζωή (ο Μπάυρον θα μπορούσε να συμπεριληφθεί στον κύκλο των υποστηρικτών τέτοιων θέσεων).
Δεν ξέρω αν τέτοιες μόνο αντιλήψεις μ’ επηρέασαν και συνετέλεσαν στο ότι πέρασαν αρκετά χρόνια μέχρι να κυκλοφορήσω μία νέα ποιητική μου συλλογή. Σαφώς έπαιξαν κάποιο ρόλο, σε σχέση τουλάχιστον με την ποιητική μου δουλειά, αφού πράγματι τα τελευταία χρόνια έδειξα ιδιαίτερη σημασία στη διεύρυνση του κύκλου των αυθεντικών εμπειριών – όσο αυθεντικές μπορούν να ’ναι στις ημέρες μας – που αποκτά κανείς πιστεύοντας, πέρα απ’ οτιδήποτε άλλο, και σε μια ζωή χωρίς εμμονή σε σκοπούς (ατομικούς ή συλλογικούς) ή χωρίς «παρενθέσεις».
Βέβαια δεν πρόκειται απλώς γι’ αντιλήψεις, αλλά για διαμόρφωση μιας στάσης ζωής, ενός τρόπου θέασης του κόσμου. Κι η στάση αυτή συγκροτείται τελικά όχι με βάση «διανοητικές συνταγές», αλλά μέσα από μία αυθόρμητη σύγκλιση διαφόρων στοιχείων της προσωπικότητάς μου. Όπως έλεγε ο ποιητής – ταξιδευτής της «Κόλασης» τρεις είναι οι βασιλιάδες της ζωής: «LeRois de la vie, les trois mages, le coeur, l’ ame, l’ esprit».
Ο άνθρωπος και η ύπαρξη γενικότερα δεν συμπυκνώνονται απλώς σε έννοιες και δεν δεσμεύονται αποκλειστικά με χάραξη σκοπών, που πίσω τους υποκρύπτουν υποτιθέμενες βεβαιότητες. Το «να βιώνεις» (και δεν εννοώ φυσικά μόνο εμπειρίες σε χώρο πολιτικής ή κοινωνικής δράσης) έχει μία αυταξία, χωρίς οποιαδήποτε άλλη αναφορά. Κι η διεύρυνση του κύκλου των εμπειριών ή και της συνείδησής σου δεν αποτελεί απλώς μία κίνηση απ’ την οποία αντλείς «υλικό» για συγγραφική δουλειά. Έχει η ίδια μία αυτοτελή αξία, χωρίς κανένα παραπέρα μετασχηματισμό. Όπως σωστά έλεγε ο Νίκος Καζαντζάκης, είναι στιγμές που πρέπει να ’σαι αφοσιωμένος σ’ αυτό που νιώθεις.
Και νιώθεις με την καρδιά σου, αλλά και με τις αισθήσεις σου. Και δεν είναι ανάγκη να κατατρύχεσαι από την «νεύρωση» του πώς το συγκεκριμένο αίσθημά σου θα μετατραπεί σε δημιουργία γραπτού λόγου. Μπορεί να μετατραπεί, μπορεί και όχι. Ένα είναι βέβαιο πάντως˙ δεν δημιουργεί κανείς με «τρεμάμενο χέρι». Το περιεχόμενο των εμπειριών του, ανεξάρτητα από το πόσο ενδιαφέρον είναι, πρέπει να καταλαγιάσει και να χωνευτεί καλά μέσα του για ν’ αποτελέσει την «μαγιά» της συγγραφικής του δουλειάς.
Στον ποιητή και συγγραφέα γενικότερα η διεύρυνση του «βιωματικού του αποθέματος» και συνεπώς της ολοκλήρωσής του ως ανθρώπου, ως εσωτερικού κόσμου, ως συνειδητού όντος, που έχει την αίσθηση της κλιμάκωσης των επιπέδων της υπόστασής του, επηρεάζει τη γραφίδα του σχεδόν ασυνείδητα και ενισχύει την ωριμότητα της δουλειάς του χωρίς καμμία ειδική επιδίωξη. Έρχεται από μόνο του. Έρχεται αυθόρμητα και δεν μπορείς εύκολα ν’ αναλύσεις πώς και πόσο σφραγίζει ή όμορφα χρωματίζει το τάδε ή δείνα κείμενό του. Το βιωματικό στοιχείο διαποτίζει κι ωριμάζει την προσωπικότητα του δημιουργού με χίλιους-δυο τρόπους, που κι ο ίδιος δεν μπορεί να ελέγξει, στο βαθμό που θα ήθελε, κι ούτε είναι αναγκαίο.
Ακόμη υπάρχει και ένα άλλο ζήτημα. Από το 1993 και μετά ένα μεγάλο μέρος του διαθέσιμου για συγγραφική δημιουργία χρόνου μου ήταν αφιερωμένο στη συνολική πανεπιστημιακή μου δουλειά και σ’ ένα σωρό διαδικασίες (συμπεριλαμβανομένων και των φθοροποιών συγκρούσεων) που έχουν σχέση μ’ αυτήν (μάλλον θ’ ασπαστώ την άποψη μερικών φίλων ότι μια τέτοια δουλειά έχει τον κίνδυνο να επηρεάσει αρνητικά την παραγωγή λογοτεχνικού έργου). Έτσι το αντιστάθμισμα θα έπρεπε να βρεθεί σε χώρο δράσης και εμπειριών, αν δεν ήθελα να συλλάβω τον εαυτό μου με «συμπτώματα χαρτοπόντικα», για να χρησιμοποιήσω πάλι μια άλλη καζαντζάκειο έκφραση. Δεν ξέρω βέβαια πόσο μπόρεσα να επιτύχω τις ισορροπίες που επεδίωκα, αλλά σε γενικές γραμμές κάπως έτσι αποφάσισα να κινηθώ.
Αλλά πέρα απ’ αυτά κάτι άλλο που βάρυνε στην καθυστέρηση της έκδοσης της νέας ποιητικής μου δουλειάς – όσο και να φανεί παράξενο – ήταν μία αίσθηση «αντιποιητικών» καταστάσεων, που μας κατακλύζουν από παντού. Η «κατασκευασμένη» πραγματικότητα μέσα από τα ΜΜΕ, η αποθέωση του θεάματος και των ινδαλμάτων του, τα ομοιομορφοποιημένα πορτραίτα των “ελκυστικών” ηρώων του star system, οι ελαστικοποιημένες και ακόμη περισσότερο ισοπεδοποιημένες συνειδήσεις, η έλλειψη εμπνευστικών οραμάτων για εκατομμύρια πολίτες, αλλά και για καλοπροαίρετους – όσοι υπάρχουν ακόμη – πολιτικούς, όλα αυτά τα σημάδια μιας παρακμάζουσας – με ηθικούς και πνευματικούς όρους τουλάχιστον – κοινωνίας , αλλά πληθωρικής σε τεχνολογικά μέσα, σε υλικές δυνατότητες, σε κεντρίσματα των πάσης φύσεως ευτελών ανθρώπινων επιθυμιών, σε ποικίλες συστηματικές εμπορευματοποιήσεις, σε ποικίλες ανισότητες κι ανισομέρειες, συνθέτουν μια κατάσταση κάθε άλλο παρά ενθαρρυντική από άποψη ποιητικής θέασης. Το ποιητικό μήνυμα προς τα πού θα κατευθυνθεί; Ποιους θα έχει αποδέκτες; Ενώπιον ποίων «πυλωρών» πρέπει να υποκλιθεί; Έχει κάπου ν’ ακουμπήσει κι έχει σήμερα κι αυτό με τη σειρά του τη δύναμη να δώσει αποκούμπι σ’ ευαίσθητες καρδιές, που έχουν ανάγκη από στιγμές ποιοτικών, λυτρωτικών θα έλεγα, ανατάσεων;
Το ποιητικό στοιχείο διακρίνεται για μία αυθεντικότητα αισθητικότητας, ασυνήθιστης εικονοπλασίας, αναζητήσεις ενός άλλου κόσμου που ανοίγεται μέσα απ’ το λόγο του «ανοίκειου» και μιας βαθειάς συμβολικής συμπύκνωσης. Μ’ αυτές του τις διαστάσεις πώς μπορεί να είναι συμβατό με τα ευτελή περιφερόμενα θεάματα των ημερών μας;
Προσωπικά εγκλωβισμένος μέσα στα «αστικά τείχη» αισθάνομαι την ανάγκη μιας πράξης δραπέτευσης που δεν μπορεί να περιορισθεί σε στοιχεία «τυπικής παραγωγής» ποιητικού έργου. Η ανάσα πρέπει να γίνει βαθύτερη, η δρασκελιά πρέπει να είναι μεγαλύτερη. Αν είμαστε «τέκνα παρακμής», δεν είναι άξια στάση το «αμύνεσθαι», το «αντιστέκεσθαι»; Ναι είναι, αλλά προτάσσεται ως ένα σύνολο ενεργειών και υπαρξιακών αντιδράσεων που ξεφεύγουν απ’ τα στενά όρια των δημιουργιών του γραπτού λόγου. Και μάλιστα, εκεί στο ευρύτερο πεδίο των υπαρξιακών αντιδράσεων απρόσμενα μπορεί ν’ αναδυθεί μια ποιητικότητα που μπορεί ν’ αποδειχθεί αρκετά αξιόλογη αναίρεση της «αντιποιητικής βιτρίνας».
Και φυσικά πατώντας στο ρευστό έδαφος των ημερών μας πώς μπορούμε να ξεχάσουμε τα πονεμένα λόγια του εκρηκτικού Αρθούρου Ρεμπώ: «Τu ne sais ni où tu vas ni pourquoi tu vas, entre partout, résponds à tout».
Αλλ’ αρκετά είπα. Όταν καταθέτεις την απόπειρά σου να εκφρασθείς ποιητικά, οι πολλές αναλύσεις πόσο ωφελούν; «Et c’est encore la vie!» (Ο Αρθούρος και πάλι μας εγκαλεί απ’ την «Κόλασή» του).
___________
*Δημοσιεύθηκε στον "Φιλολογικό Λούσιο" της εφημερίδας "Αρκαδικό Βήμα" Ιούλιος 2010
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου