Πιάσανε πολλοί πατριώτες μας καπετάνιοι να με συμβουλέψουνε. Αλλοι με κοροϊδεύανε και με δαχτυλοδείχνανε. Με πήρε το φιλότιμο. Ετοιμάστηκα να πάρω του τρίτου. Τότε συνάντησα έναν εφοπλιστή, ξάδελφο της μάνας μου. Ο μόνος άνθρωπος που με καταλάβαινε και με συγχωρούσε. Μου 'δινε πάντα δουλειά, χωρίς να με ρωτάει γιατί ταξιδεύω. Του τα 'πα. Να γίνεις μαρκονιστής, μου 'πε. Απ' το να σπάσουμε μια πλώρη, καλύτερα να τσακίσουμε έναν ασύρματο.
Νίκος Καββαδίας, Βάρδια
Εκατό χρόνια πέρασαν από τη γέννηση ενός από τους σημαντικότερους και πιο εμπνευσμένους Ελληνες ποιητές του 20ού αιώνα, του Νίκου Καββαδία, και είναι εντυπωσιακός ο αριθμός των εκδηλώσεων που έγιναν προς τιμήν του, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και σε αρκετές πόλεις του εξωτερικού, αποδεικνύοντας πως ο «ποιητής της θάλασσας» κατατάσσεται πλέον στη χορεία των «σύγχρονων κλασικών». Ο «Μαραμπού», προσωνύμιο με το οποίο καθιερώθηκε από το 1933 όταν εξέδωσε την πρώτη ποιητική του συλλογή, άφησε πολύ περιορισμένο σε έκταση έργο· ανήκει σχηματικά στη γενιά του '30, στον χώρο της οποίας όμως κατέχει μια ιδιότυπη θέση. Η πρώτη του ποιητική συλλογή θα γίνει δεκτή με ανάμεικτα συναισθήματα στους λογοτεχνικούς κύκλους. Μόνον ο Φώτος Πολίτης και ο Κώστας Βάρναλης θα μιλήσουν με ενθουσιασμό για τον νέο ποιητή. Ο ποιητικός του λόγος εξέφρασε την ανάγκη απόδρασης από τη σύγχρονη του ποιητή ελληνική πραγματικότητα, κυρίως μέσα από τα στοιχεία του κοσμοπολιτισμού και του εξωτισμού, και ακολούθησε μια εξελικτική πορεία προς την αφαίρεση και τα όρια του υπερρεαλισμού, πάντα όμως στο πλαίσιο της παραδοσιακής στιχουργικής φόρμας και ρυθμικής τεχνικής.
Η βιωματική του ποίηση, που αρδεύεται από την ιδιωματική γλώσσα των ναυτικών, και η άψογη δημοτική του με τον ομοιοκατάληκτο στίχο, δυσχεραίνουν την κατάταξή του σε μία από τις σχολές της ελληνικής ποίησης και τον αφήνουν έξω απ' όλες τις ποιητικές ανθολογίες· ο Καββαδίας ακολουθεί μέχρι και τον θάνατό του έναν μοναχικό δημιουργικό δρόμο. Το μεγαλύτερο μέρος του πεζογραφικού του έργου εκδόθηκε μετά τον θάνατό του, πράγμα που εξηγεί ίσως γιατί συνδέουμε συνήθως τον Καββαδία με έμμετρα ποιήματα, με χαρακτηριστικό «εξωτικό» λεξιλόγιο, και όχι με τα εξαιρετικού ενδιαφέροντος πεζά του.
Η έκταση του έργου, βέβαια, είναι αντιστρόφως ανάλογη της απήχησης που είχε και συνεχίζει να έχει. Η απήχηση του Καββαδία και του έργου του εκτοξεύτηκε τη δεκαετία του 1980, με τις πρώτες μελοποιήσεις των ποιημάτων του από διαφόρους συνθέτες, κυρίως με τον Σταυρό του Νότου του Θάνου Μικρούτσικου, ενώ ακολούθησαν Οι γραμμές των Οριζόντων από τον ίδιο συνθέτη. Σπάνια το πλατύ κοινό «κατάλαβε» και αγάπησε έναν ποιητή τόσο ερμητικό. Γιατί, μολονότι ο Καββαδίας κατά καιρούς χαρακτηρίστηκε εύκολος, ελάσσων και εξωτικός, οι στίχοι μέσα από τους οποίους εκφράζεται ο ιδιαίτερος προσωπικός του μύθος είναι συχνά δυσνόητοι. Παραδόξως, όσο πιο κρυπτική είναι η ποίησή του τόσο μεγαλύτερη είναι η μαγεία της. Οσο περισσότερα εμπόδια ορθώνει η μορφή τόσο μεγαλύτερη γοητεία ασκεί το περιεχόμενο. Γιατί μπορεί το καράβι να ταξιδεύει στον κόσμο, το βλέμμα του Καββαδία όμως στρέφεται μέσα του. Οι μνήμες οργανώνουν τον ποιητικό περίπλου πάνω σ' έναν χάρτη πολύ προσωπικό και το ταξίδι εσωτερικεύεται.
Πού οφείλει λοιπόν ο Καββαδίας το εύρος και τη διάρκεια της απήχησής του; Μήπως στον μύθο του ταξιδιού και στην πραγμάτωσή του; Μήπως στο mal du depart, στην επιθυμία φυγής, στην κοινή «ασθένεια» όλων των εφήβων, άρα κοινή εμπειρία όλων των ανθρώπων; Ή μήπως στο σημαντικό όχημα που πρόσφεραν στην ποίησή του οι πολυάριθμες μελοποιήσεις; Και ποιο είναι το μέλλον του τώρα που πέρασε για τα καλά στον 21ο αιώνα; Υπεύθυνος: Επιμέλεια αφιερώματος Διονύσης Ν. Μουσμούτης
* Έντυπη Έκδοση Βιβλιοθήκη, Σάββατο 27 Νοεμβρίου 2010
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου